Αυτούς εγώ που τραγουδώ, δεν έχουνε φτερά.
Δεν τους μεθά καμιά φυγή, δεν τους τραβούν τ’ αστέρια,
έχουνε μια ζεστή καρδιά, δυο ροζιασμένα χέρια
κι είναι δεμένοι με τη γη.
Απ’ της αυγής το χάραγμα, ως του βραδιού τα θάμπη,
μοχθούν για δυο πικρές ελιές και μια μπουκιά ψωμί,
ιδρώνουν κι απ’ τον ίδρο τους ανθοβολούνε οι κάμποι,
καίγουνται κι απ’ τις φλόγες τους φωτίζεται η ζωή.
Δεν τους μεθά καμιά φυγή, δεν τους τραβούν τ’ αστέρια,
έχουνε μια ζεστή καρδιά, δυο ροζιασμένα χέρια
κι είναι δεμένοι με τη γη.
Απ’ της αυγής το χάραγμα, ως του βραδιού τα θάμπη,
μοχθούν για δυο πικρές ελιές και μια μπουκιά ψωμί,
ιδρώνουν κι απ’ τον ίδρο τους ανθοβολούνε οι κάμποι,
καίγουνται κι απ’ τις φλόγες τους φωτίζεται η ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου